κροκέ

κροκέ
το άκλ. крокет

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "κροκέ" в других словарях:

  • κροκέ — το είδος παιχνιδιού κατά το οποίο κάθε παίκτης προσπαθεί με ένα ξύλινο σφυρί να περάσει μια ξύλινη μπάλα μέσα από μικρά τόξα χωμένα στο έδαφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. croquet < αγγλ. croquet < αρχ. γαλλ. croc «μαγκούρα, αγκίστρι»] …   Dictionary of Greek

  • Κόλινγκσγουντ, Ρόμπιν Τζορτζ — (Robin George Collingswood, 1889 – 1943). Άγγλος φιλόσοφος, ιστορικός και αρχαιολόγος. Διετέλεσε καθηγητής της Οξφόρδης και ήταν φίλος του Β. Κρόκε, τις φιλοσοφικές θεωρίες του οποίου δίδαξε στην Αγγλία. Στη συνέχεια, η φιλοσοφική σκέψη και η… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»